- ισοΰετος
- ηη καμπύλη του συνδέει τα σημεία στα οποία τα μέσα ετήσια ύψη βροχής είναι ίσα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. isohyete < iso- (πρβλ. ισ[ο]) + -hyete (πρβλ. ὑετός)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… … Dictionary of Greek
ισόυγρος — η όρος της μετεωρολογίας για κάθε καμπύλη που συνδέει όλα τα σημεία μιας περιοχής τα οποία έχουν την ίδια μέση σχετική υγρασία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο) * + υγρός. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. isohyete (βλ. και ισοΰετος)] … Dictionary of Greek